Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010

Rock 'n' Roll Desert: Free Jazz & Punk Rock

Tί σχέση μπορεί να έχει το πανκ με την ελεύθερη τζαζ; Αν σας ενδιαφέρει να μάθετε, αν δεν έχετε τίποτα καλύτερο να κάνετε ή αν θέλετε απλώς να εκνευριστείτε, τότε συνεχίστε να διαβάζετε.

Αλλά προτού παρεξηγηθούμε, να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Για να διαβάζετε ακόμα σημαίνει ότι η αντιμετώπιση σας προς τη μουσική είναι ελαφρώς διαφορετική του μέσου όρου. Όχι ότι είναι και απαραίτητα καλό αυτό, αλλά για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, η σημασία της μουσικής για την πλειοψηφία του κόσμου συνοψίζεται στο εκάστοτε χιτάκι που τυχαίνει να παίζει το ραδιόφωνο ή κάτι που παίζει όσο πλένεις τα πιάτα. Για τους περισσότερους, η μουσική οποιουδήποτε είδους είναι γενικώς κάτι καλό, αρκεί να ξέρει τη θέση της και εκεί να κάθεται. Αυτό σημαίνει ότι είναι στο χέρι σας, ή έστω στο χέρι μας, για πόσα και για ποιά δύναται να συμφωνήσουμε.

Χωρίς λοιπόν να γινόμαστε σνομπ (η σνομπαρία δυστυχώς χαρακτηρίζει πολλούς οπαδούς της τζαζ) είναι ασφαλές να υποθέσουμε ότι η καλή τζαζ, είναι μουσική μεγαλύτερου βεληνεκούς από τις περίσσοτερες ποπ σαχλαμαρίτσες που κυκλοφορούν ευρέως. Το να συγκρίνεις τον Mingus ή τον Coltrane με τον Υanni είναι ένα κακόγουστο αστείο… Η μουσική που παρήγαγαν ήταν καλύτερη όχι γιατί ήταν πιο τεχνική ή πιο περίπλοκη ή γιατί τον είχαν μεγαλύτερο (αν και μπορεί και να τον είχαν, κακά τα ψέμματα, size does matter), αλλά γιατί εξέφρασαν ένα συναίσθημα με τέτοιο τρόπο που άντεξε και θα αντέξει στο χρόνο.

Αφήνω την τεχνική κατά μέρος γιατί δεν έχει να κάνει με το τι έχει ο κάθε «μουσικός» μέσα του. Και είναι αυτή ακριβώς η ανάγκη του να το εξωτερικεύσεις, που κάνει τον καθένα να αρχίζει να παίζει μουσική. Πολλοί βέβαια δε το βλέπουν έτσι, οδηγούμενοι σε ενα δογματισμό τύπου πρέπει να «ξέρεις» να παίζεις το όργανο σου βάσει κάποιου αυθαίρετου προτύπου, πριν μπούν καν στη διαδικασία να σε λάβουν υπόψη τους. Και σα να μην έφτανε αυτό, θεωρούν ότι όσο πιο καλή τεχνική κατάρτιση έχεις, ipso facto, γίνεσαι και καλύτερος μουσικός. Για μερικούς υπάρχει ο «σωστός» και ο «λάθος» τρόπος να παίξεις… Το πιθανότερο με τέτοιου είδους αντιλήψεις είναι πως αυτοί που τις υιοθετούν έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου αλλά, το θέμα είναι από που ξεκίνησε η μπουγάδα; Αυτός ο τρόπος σκέψης είναι κατ’ εξοχήν ποσοτικός παρά ποιοτικός. Μπορείς να μοιράζεις αρπίσματα όλη μέρα από 'δω κι από ‘κει, μπορείς να ανεβοκατεβάζεις κλίμακες για ώρες ολόκληρες αλλά είναι γεγονός ότι αν βάλεις δύο διαφορετικούς ανθρώπους να παίξουν μια μόνο νότα, ο ένας μπορεί να μην παίξει τίποτα παραπάνω από μια νότα ενώ ο άλλος για κάποιο ανεξήγητο λόγο μπορεί να έχει την ανάγκη να εκφράσει και κατ’ επέκταση να παίξει κάτι παραπάνω. Και όλα τα ωδεία του κόσμου και όλα τα βιβλία μουσικής θεωρίας για βιρτουόζους δεν κάνουν καμία διαφορά όσον αφορά αυτή τη μία νότα.

Ας σημειωθεί ότι όταν ο Charlie Parker έπαιξε με τον Miles Davis στα τέλη της δεκαετίας του ’40, πολλοί βγήκαν και είπαν ότι ο Davis δε μπορούσε να παίξει, και μπορεί πράγματι ακόμα ψαχνόταν. Άλλα ο Parker μάλλον μπόρεσε να ακούσει κάτι που δεν μπόρεσαν οι άλλοι. Κι όταν ο Coltrane έπαιζε με τη μπάντα του Davis δέκα χρόνια μετά, έλεγαν το ίδιο πράγμα και γι’ αυτόν – ότι δεν ήξερε να παίζει. Ίσως να υπήρχε μια ιδέα από R&B, που για πολλούς φίλους της τζαζ ήταν απαγορευτικό εκείνη την εποχή. Αλλά καπού μέσα στο Jazz on a Summer’s Day, μπορείς να διακρίνεις και τον Chuck Berry. Ο Coltrane έμπαινε μισομεθυσμένος στα μπαρ, παραπατώντας, ρίχνοντας ποτήρια και μπουκάλια μπύρας και τρελαίνοντας τον κόσμο με τις «αντιαισθητικούς» ήχους του. Αλλά από μια άποψη, οι ήχοι αυτοί ήταν ροκ εν ρολ εν τη γεννέσει. Ένα άλμα από τα στενά όρια και την έπαρση της «καλής» μουσικής. Μια δεκαετία μετά ακούς την ίδια τσαμπουκαλεμένη προσέγγιση στο Oh Yeah, του Mingus. Και ο Mingus μπορεί να είχε τεχνική, αλλά όλη η τεχνική του κόσμου δεν θα μπορούσε να καθιστά κάτι fusion-άδες σαν τον Chick Correa και τις διαστημικές οπερέττες τους λιγότερο άψυχες.

Το άλλο θέμα είναι ότι έχω μια προσωπική αδυναμία στην πιο βασική και πρωτόλεια μορφή του ροκ εν ρολ. Πιστεύω στις θεραπευτικές ιδιότητες του πανκ. Το λέω αναίσχυντα και χωρίς ίχνος ντροπής. Δεν έχει καμία σημασία πόσο ξέρει ο καθένας να παίζει, αρκεί να έχει κάτι να πει και να το λέει με ένα τρόπο που τον κάνει να ξεχωρίζει. Η μουσική είναι οποιοσδήποτε ήχος παράγει ένας άνθρωπος και με τον οποίο μπορεί να αγγίξει έναν άλλον. Το οποίο σίγουρα περιλαμβάνει πάρα πολλά πράγματα που εγώ θεωρώ σκουπίδια, αλλά όλοι έχουμε και τα προσωπικά υποκειμενικά όρια μας. Ο κάθε μουσικός είναι καλός αν έχει προσωπικότητα και την ανάλογη στάση (attitude). Και το ροκ εν ρολ είναι ξεκάθαρα θέμα attitude (και δεν εννοώ ποζεριλίκια). Αντιμετωπίστηκε αρχικά σαν ένα συνοθύλλευμα από άναρθρους και ενοχλητικούς ήχους. Ο κατιμάς πάει στο πάτο. Τα καλύτερα παραμένουν. Δεκτό ότι ανα τα χρόνια έχουν υπάρξει άνθρωποι με τεχνική (και τεχνολoγική) κατάρτιση που έχουν δώσει αξιόλογα και διόλου αμελητέα ή παραβλέψιμα δείγματα ροκ εν ρολ. Αλλά οι προσπάθειες αναγωγής του σε κάτι «κουλτουρέ» είναι τουλάχιστον ηλίθιες (sic), όπως αντίστοιχα και το να «αναβάθμισεις» τη τζαζ μολύνοντας την με τον ευρωπαϊκό κλασσικισμό.

Σύμφωνοι, με οποιαδήποτε στάνταρ «καλής» μουσικής το ροκ εν ρολ είναι βαβούρα και καλά κάνει και είναι και πάντα θα είναι αλλιώς δεν θα ’ναι πια ροκ εν ρολ. Η τζαζ θεωρείται τέχνη. Άλλα αντίστοιχα είναι και η βαβούρα του ροκ εν ρολ. Ειδικά όταν βρίσκει τον τρόπο να κάνει αίσθηση, να παρακινήσει σε προσωπικό και κοινωνικό επιπέδο με τις ανάλογες προεκτάσεις. Kαι αυτό ακριβώς έκαναν και οι Sex Pistols. Όσο κι αν δε σας αρέσουν, όσο ατάλαντοι κι αν θεωρήθηκαν, η αίσθηση που έκαναν είναι αδιαμφισβήτη (η αλήθεια εξάλλου, βρίσκεται στους Sex Pistols…).

Καλά το καταλάβατε λοιπόν, oι Clash είναι τόσο καλοί όσο και ο Thelonius Monk και ο Coltrane θα μπορούσε κάλλιστα να παίζει μαζί με τον Iggy και τους Stooges. Σε τελική ανάλυση μουσική είναι και έχει περισσότερα κοινά σημεία απ’ ότι οι φαν του κάθε είδους θα συνειδητοποιούν άμεσα. Π.χ. η free jazz – που είναι και το μόνο είδους τζαζ (κι αυτό με εξαιρέσεις) που μπορεί να ανακατευτεί με το ροκ εν ρολ – και το πανκ ροκ είναι και τα δύο μουσικές που αδιαφορούν για τους συμβατικούς κανόνες. Και όπως και το Three for a Quarter, One For A Dime, του Archie Schepp, δύσκολα θα αποφανθεί κάποιος αν είναι αριστούργημα, έκτρωμα ή αυνανισμός (ο αυνανισμός είναι αποδεδειγμένο ότι κάνει καλό, γι’ αυτό καλό είναι και να το ακούσετε), έτσι υφίσταται και η αντίστοιχη γελοιότητα στο punk να αντιμάχεται κόσμος για το αν το τάδε γκρουπ είναι φοβερό και το δείνα σκουπίδι και κανείς δε μπορεί να συμφωνήσει σε τίποτα (βλ. «Ενφίλιος…» του Χοίρωνος Πολύρωτος). Να σημειωθεί επίσης ότι ο Ornette Coleman, όταν άρχισε να παίζει σαξόφωνο, μπερδεύοντας το κλειδί κατά μια τρίτη, έπαιζε ντο αντί για λα, οφείλοντας εν πολλοίς εκεί τον «φρικουλέ» ήχο του. Το απότελεσμα ήταν να δέχεται κριτικές περί κακοποίησης της μουσικής αντίστοιχες με αυτές που δέχτηκε το πανκ.

Ενδεχομένως μετά από τόσα χρόνια έκθεσης στο ήχο του πανκ, να έχουν εξασθενήσει οι άμυνες μου ως προς το «θόρυβο», αλλά φανταστείτε τα σημεία συνάντησης! Σκεφτείτε για μια στιγμή το γεγονός ότι θα μπορούσες να πάρεις μια μπάντα με τύπους που έπιασαν τις κιθάρες προχθές και έναν που μελετάει σαξόφωνο 25 χρόνια και να τους βάλεις να παίξουν μαζί. Θα παραδεχτώ ότι από μουσική τεχνική μπορεί να μη ξέρω τίποτα, αλλά το να βάλεις κάποιον να παίζει δύο ηλίθια ακόρντα ξανά και ξανά και έναν άλλο σε ελεύθερη πτήση a la Ornette, με την πεποίθηση ότι αυτό που κάνουν βγάζει ενέργεια, τότε μόνο συμπληρωματικά θα μπορούσαν να λειτουργησούν! Και για να δοθεί και μια μεταφυσική χροιά, όπως άλλωστε είθισται στη τζαζ, μέσα από την επαναληπτικότητα και το χάος τα δύο άκρα της φύσης συναντώνται στη μέση της διαδρομής. Κάτι σαν το γίνγκ και το γιάνγκ ένα πράγμα. Όλα αυτά βέβαια, είναι άμεσα συνυφασμένα με μια πιο ανοιχτή κι ευρεία προσέγγιση της έκφρασης, που είχε βέβαια και σαν αποτέλεσμα μέσα από κάποιες άστοχες συγκρίσεις να αποθεώνονται εκτρώματα από κάποιους κιθαρίστες που απλώς είχαν την αντοχή και την όρεξη να παίζουν κλίμακες για δύομισι ώρες τη φορά (να πάνε να χεστούν δηλαδή οι Grateful Dead ως και τον Υngwie Malmsteen).

Κομβικό σημείο μπορεί ίσως να θεωρηθεί το I Heard Her Call My Name των Velvet Underground. Οι Velvets, που ήταν όλοι τους μουσικά πρωτόγονοι, με εξαίρεση τον John Cale, παραδίδουν επίσης μαθήματα τζαμαρίσματος και αυτοσχεδιασμού στο Sister Ray. Ένα γκρουπ που επηρέασαν σημαντικά ήταν οι Stooges, οι οποίοι στο δίσκο τους Funhouse, άφησαν ένα σαξοφωνίστα ονόματι Steve McKay να αλωνίζει πέρα δώθε, πάνω από την πρωτόγονη μουσική τους. Ο ίδιος ο McKay αναφέρει τον Ornette ως επιρροή στο εσώφυλλο, ενώ κι άλλοι ροκ εν ρόλερς όπως ο Captain Beefheart έχουν επανελλειμένα αναφέρθει σε τζαζ επιρροές, όπως ο Ayler. Ο Beefheart όταν συγκρότησε το Magic Band (και τις μετέπειτα ενσαρκώσεις του) έδειξε σε όλα τα μέλη, πως να παίζουν σύμφωνα με τη λογική της δικής του μουσικής αντίληψης. Άλλους τους εκπαίδευσε από το μηδέν και άλλους τους ανάγκασε να ξεμάθουν αυτά που ήδη ήξεραν! Αντλώντας από τα μπλούζ, τη τζαζ και τη βαβούρα του ροκ εν ρολ, ο Beefheart έφτιαξε μια δική του μουσική γλώσσα. Σουινγκάρει, ροκάρει, είναι γεμάτη από απρόβλεπτα ξεσπάσματα και είναι και κάτι που χορεύεται. Το τελευταίο βέβαια, είναι κάτι που ισχύει και για τον Ornette Coleman.

Το μόνο σίγουρο είναι πως οι Clash και οι Sex Pistols πήραν γερές δόσεις από Captain Beefheart που σίγουρα τους βοήθησαν να ξεχωρίσουν από το σωρό με τη «βαβούρα» τους. Και δε ξέρω αν ο Arto Lindsay των Lounge Lizards μπορεί να παίξει ντο ή όχι, αλλά σίγουρα έχει ακούσει πολύ τους Velvet Underground.

Και πρίν αρχίσουν τα κακεντρεχή σχόλια καθίστε πρώτα να ακούσετε επισταμένα όλα τα παραπάνω και μετά ξαναδιαβάστε το κείμενο.

3 σχόλια:

  1. η αληθεια κρυβεται στους sex pistols.

    (γαμοτο τι εχο παθη!! δε μπορο να θημηθω με τιποτα τους κοδικους μου για να αναρτησο. Ο ΧΟΙΡΟΝΑΣ ΕΙΜΕ ΡΕ ΓΑΜΟΤΟ ΔΕΝ ΕΙΜΕ ΚΑΝΕΝΑΣ ΑΝΟΝΥΜΟΣ!!)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Είμαι σίγουρος για κάτι το οποίο δε μπορώ με τίποτα να αποδείξω:
    τόσο ο Davis, όσο και ο Coleman, που πρόλαβαν την απαρχή αλλά και την εξέλιξη της rock, έχουν ή είχαν πολλές φορές φτιαχτεί με τραγούδια στα οποία κοπανιούνταν τύμπανα και φρένιαζαν κιθαρόμπασα. Μη σου πω πως τα χόρευαν κιόλας!

    ΑπάντησηΔιαγραφή